Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2014

"Η εικόνα της Υπαπαντής"






Ανάλυση της θεολογίας της εικόνας της Υπαπαντής
του π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου

Στην εικόνα της Υπαπαντής, βρισκόμαστε στον μοναδικό χώρο που γίνονταν λατρείες. Και γίνονταν τότε λατρείες. Ο Χριστός έρχεται στην εποχή που υπάρχει ο ναός του Σολομώντος.
Βρισκόμαστε λοιπόν σε αυτό τον ναό, ο οποίος όπως τον βλέπουμε στην εξωτερική του εμφάνιση, έχει ύφος ορθοδόξου χριστιανικού ναού. Γιατί βλέπετε υπάρχουν τα βημόθυρα, όπως ήταν μέχρι τον 8ο ή 9ο αιώνα.

Έχουμε την Αγία Τράπεζα και έχουμε το κιβώριο - ή ουρανός όπως λεγόταν - το οποίο είναι ένα στοιχείο που συναντάται στην ορθόδοξη αρχιτεκτονική. Κιβώριουμ, είναι αυτό που σκεπάζει. Και αν πάτε σε πρωτοχριστιανικούς ναούς μέχρι τον 4ο, 5ο αιώνα θα βρείτε κιβώρια.

Αν πάτε στην Εκατονταπυλιανή της Πάρου και προσκυνήσετε, θα δείτε το ιερό που έχει πάνω κιβώριο. Και όλοι οι παλιοί ναοί έχουν κιβώριο. Άρα, αυτός ο ναός εδώ, εκ της εμφανίσεώς του, μας θυμίζει χριστιανικό ναό. Είναι πάρα πολύ σωστό αυτό, γιατί ο ναός του Σολομώντος καταλύεται και μετασχηματίζεται σε έναν ναό χριστιανικό.

Δηλαδή, ο ναός απλώς αλλάζει τον τρόπο της θυσίας. Γινόταν θυσία με ζώα, τώρα γίνονται θυσίες λογικές. Θυσιάζεται ο Χριστός και κάνουμε θυσία λογική.
Θυσιάζουμε την καρδιά μας στον Χριστό.

«Καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην» θέλει ο Θεός. «Έλεος θέλω και ου θυσία». Καρδίαν η οποία είναι συντετριμμένη. Άρα, αυτός ο ναός εδώ στην εικόνα της Υπαπαντής, καλώς αγιογραφείται ως ορθόδοξος, παρόλο που όταν μπήκε ο Χριστός ήταν ο ναός του Σολομώντος. Αλλά εδώ γίνεται μετασχηματισμός, γιατί μπαίνει και ο Χριστός. Κι όλα τα μετασχηματίζει σε έναν ορθόδοξο ναό.

Προσέξτε αυτές τις μεταφορές. Άρα, ξεπερνάμε εδώ την ιστορικότητα των γεγονότων και μπαίνουμε στην ερμηνεία των γεγονότων. Σας το έχω πει και άλλη φορά, εμείς δεν κάνουμε ιστορική ανάλυση. Ούτε παρουσιάζουμε δίκην εικονογραφημένων σχεδίων μια ιστορία.

Στην αγιογραφία θεολογούμε πάνω στην ιστορία. Για αυτό πολύ σωστά, δεν αγιογραφούμε τον ναό του Σολομώντος όπως φανταζόμασταν ή ξέρουμε περίπου πώς ήταν. Μπαίνουμε σε στοιχεία του χριστιανικού ναού, που διατηρεί τα παλιά τα στοιχεία και δίνει και ένα άλλο ήθος.

Δεν υπάρχει το θυσιαστήριο που θυσίαζαν τα ζώα, αλλά υπάρχει το θυσιαστήριο που θα θυσιαστεί ο Χριστός στην Αγία Τράπεζα.



Να πω λίγα λόγια ακόμη για το υπόβαθρο της εικόνας αυτής, που είναι η αρχιτεκτονική. Μίλησα ήδη, για τα βημόθυρα. Πράγματι, από τον 1ο μέχρι τον 9ο αιώνα, τα βημόθυρα ήταν πιο κάτω. Μετά τον 9ο με 10ο αιώνα, τα βημόθυρα ανυψώνονται και γίνεται το γνωστό τέμπλο.

Αυτό είναι πάρα πολύ σωστό. Η Εκκλησία μας εξελίσσει την αρχιτεκτονική της κατά τα μέτρα της θεολογίας της. Και η θεολογία είναι πάντοτε αναπτυσσόμενη, αυξανόμενη. Αυξανόμενο, δεν σημαίνει κατάργηση του προηγούμενου. Είναι ένας πολλαπλασιασμός.

Γιατί όσο ζούμε μέσα στην ιστορία του κόσμου, έρχεται η Χάρις του Αγίου Πνεύματος και φωτίζει τους χριστιανούς. Και αυξάνουμε τη θεολογία μας. Έχουμε δηλαδή, αυξανόμενη θεολογία. Αυτό δεν σημαίνει ότι καταργήθηκε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος που έζησαν τον 4ο με 5ο αιώνα.

Όσα είπαν είναι πάρα πολύ σπουδαία και μεγάλα. Έρχονται μεταγενέστεροι πατέρες και προσθέτουν και άλλα. Είναι αυτό που είχε πει ο Χριστός στους μαθητές του «όταν θα έρθει το Πνεύμα το Άγιον, ο Παράκλητος θα οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν».

Κάποιος που δεν το καταλαβαίνει, ένας προτεστάντης για παράδειγμα, θα ρωτήσει: «δηλαδή ο Χριστός δεν είπε όλη την αλήθεια»; Και βέβαια, ο Χριστός είπε όλη την αλήθεια. Και δεν υπάρχει κάτι που έχουμε να προσθέσουμε. Αλλά αυτή την αλήθεια που είπε, την αναλύουμε με την Χάρη του Αγίου Πνεύματος, κατά τα μέτρα των εγκεφαλικών και λογικών μας δυνατοτήτων. Για αυτό βλέπετε οι Πατέρες, το ίδιο χωρίο το αναλύουν βαθύτερα.

Ακόμη και εγώ για παράδειγμα, διαβάζω ένα κείμενο, βλέπω μια ερμηνευτική προσέγγιση, μετά το ξαναδιαβάζω, προσεγγίζω ερμηνευτικές και με αυτό τον τρόπο, βλέπω το ίδιο κείμενο σε μεγαλύτερο βάθος. Πάντα το κείμενο επειδή είναι κείμενο θεϊκό και αποκαλυπτόμενο, έχει μεγαλύτερο βάθος. Αυτό λέγεται αύξηση της θεολογίας μας. Για αυτό το τέμπλο κατά τα μέτρα της αυξανόμενης θεολογίας ανέβηκε.

Τι αυξανόμενη θεολογία είχαμε; Είχαμε τότε, μετά από τον 10ο αιώνα μια κατάσταση, η οποία δημιούργησε και τις τρομερές λεγόμενες ησυχαστικές έριδες, ξεκινώντας από τη Θεσσαλονίκη με το Γρηγόριο τον Παλαμά, όπου ετέθη το μεγάλο θέμα πώς προσεγγίζουμε τον Θεό.

Είμαστε κοντά Του ή μακριά Του; Τον βλέπουμε ή δεν Τον βλέπουμε; Ο Θεός είναι και ορατός και αόρατος. Είναι και προσεγγίσιμος και μη προσεγγίσιμος. Είναι ορατός, κατά τα μέτρα που μπορούμε να Τον δούμε, σύμφωνα με τη δική μας φύση, όπως ο ήλιος.

Κατά τα μέτρα που αντέχουν τα μάτια μας και δεν θα καούμε, βλέπουμε τον ήλιο. Κατά τα μέτρα που θα καούν, δεν τον βλέπουμε. Άρα τον Θεό και Τον βλέπουμε και δεν Τον βλέπουμε. Βλέπουμε ό,τι αντέχει η ανθρώπινή μας φύση.

Ό,τι δεν βλέπουμε από τον Θεό, που σημαίνει ό,τι δεν το αντέχει η ανθρώπινή μας φύση, το λέμε Ουσία του Θεού. Ό,τι μπορούμε να δούμε από το Θεό και το αντέχει η ανθρώπινή μας φύση το λέμε Ενέργειες του Θεού.

Προσέξτε, όταν λέω Ενέργειες είναι άλλο πράγμα από την ενέργεια την ηλεκτρική. Είναι ο ίδιος ο Θεός. Είναι ορολογία. Όταν πω Ενέργεια του Θεού, εννοώ τον Θεό όσο μπορώ να Τον δω. Και όταν πω Ουσία Του, εννοώ τον Θεό, τον ίδιο Θεό όσο δεν μπορώ να Τον δω.

Άρα έχουμε τη θεολογία της Ουσίας και των Ενεργειών και δη των άκτιστων ενεργειών του Θεού, για να το διαφοροποιήσουμε από οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, όπως για παράδειγμα ηλεκτρομαγνητική, ηλεκτρική. Το μόνο άκτιστο είναι ο Θεός. Άρα, αν είναι Άκτιστες Ενέργειες, αυτός είναι ο Θεός.

Αυτή είναι μια ορολογία, η οποία έρχεται να περάσει στην αρχιτεκτονική της Εκκλησίας, όπου χωρίζεται το ιερό από τον κυρίως ναό, με ένα τέμπλο. Όπου το ιερό δηλώνει συμβολικά την Ουσία του Θεού, και το έξω από το ιερό τις Ενέργειες του Θεού. Το προσιτό και το απρόσιτο. Το βλέπω, και δεν το βλέπω.

Είναι συμβολισμοί. Αλλά βλέπετε, αυξάνεται η θεολογία, παίρνει οριστική μορφή τον 13ο, 14ο αιώνα με τον Γρηγόριο τον Παλαμά και έχουμε και εμείς ανύψωση του τέμπλου. Δεν είναι δηλαδή μία ιδιοτροπία αρχιτεκτονική. Η θεολογία οδηγεί την Εκκλησία σε εξελίξεις.

Βλέπετε στην αρχή οι εκκλησίες ήταν δρομικές. Ήταν ένας διάδρομος. Οι λεγόμενες βασιλικές. Έμπαινες μέσα στην πόρτα και μπροστά είχες το ιερό. Πολύ σωστό. Μπαίνεις μέσα στο χώρο του Θεού και προχωρείς να βρεις τον Θεό. Αυτή είναι μια δρομική, οριζόντια κίνηση.

Μετά όμως όταν αυξήθηκε η θεολογία περί της Τριαδολογίας και δη της άκρας συγκαταβάσεως του Χριστού, ειδικά με την 4η Οικουμενική Σύνοδο το 451, που έρχεται ο Χριστός και σαρκώνεται και προσλαμβάνει τον κόσμο, θέλουμε να εκφράσουμε και την κάθοδο του Χριστού.

Ο Χριστός κατεβαίνει. Και βάζουμε τον τρούλο. Είναι η αγκαλιά του Χριστού που προσλαμβάνει, κατεβαίνει και εμείς ανεβαίνουμε προς τα επάνω. Υπάρχει η πορεία προς τον Χριστό και ταυτόχρονα η πρόσληψη του Χριστού.

Βλέπετε, την χρονιά 451, υπάρχει η θεολογία της Χριστολογίας. Χτίζεται η Αγιά Σοφιά και φτιάχνεται ο πρώτος τρούλος στην ιστορία, περίπου το 532 με 538, που είναι αποτέλεσμα της θεολογίας αυτής, ως ενέργεια θεολογική του βασιλιά Ιουστινιανού. Και η Εκκλησία τον σέβεται τον Ιουστινιανό και ως άγιο. Δηλαδή, είχε θεολογική σύλληψη όταν προσπαθεί να κάνει αυτόν τον ναό.

Ας δούμε τώρα την Αγία Τράπεζα. Πάνω στην Αγία Τράπεζα υπάρχει πάντοτε το Ευαγγέλιο. Ενώ στον ναό του Σολομώντος δεν υπήρχε το Ευαγγέλιο. Υπήρχε ο χώρος που γίνονταν οι θυσίες.

Το Ευαγγέλιο είναι ο Λόγος του Θεού. Το έχουμε πάντοτε πάνω στην Αγία Τράπεζα, εκτός από μια περίπτωση. Στο μέσο της Θείας Λειτουργίας, όταν κάνουμε τη μεγάλη είσοδο, όπου φέρουμε τα τίμια δώρα για να αγιασθούν, παίρνουμε το Ευαγγέλιο και το μεταθέτουμε στα πλάγια. Και στο κέντρο βάζουμε το ψωμί και το κρασί που θα γίνουν Σώμα και Αίμα Χριστού.

Είναι η μόνη στιγμή όπου πάνω στην Αγία Τράπεζα δεν υπάρχει ο Λόγος του Θεού. Και αυτό είναι πολύ σωστό. Ο Χριστός που είναι ο Λόγος, έρχεται και κηρύττεται και μετά θυσιάζεται. Η πρώτη είσοδος γίνεται με το Ευαγγέλιο. Διαβάζουμε το Ευαγγέλιο.

Όλα αυτά είναι δεμένα μεταξύ τους και είναι μια θεολογία. Γίνεται η είσοδος του Ευαγγελίου στη Θεία Λειτουργία, που σημαίνει πως ο Λόγος θα κηρυχθεί. Μετά γίνεται η είσοδος των Τιμίων Δώρων, που σημαίνει πως ο Λόγος θα θυσιαστεί.

Έχουμε λοιπόν την λειτουργία του Λόγου και την λειτουργία της Θυσίας. Όπου μπαίνουν τα τίμια δώρα και μετατίθεται το Ευαγγέλιο.

Προσέξτε εδώ αυτή την λειτουργική κίνηση. Έρχεται ο πρεσβύτης Συμεών, ο οποίος πήρε στα χέρια του τον Χριστό την ημέρα του σαραντισμού Του και τον λαμβάνει σαν ένα πρόσφορο να τον βάλει στην Αγία Τράπεζα, να τον θυσιάσει. Είναι μια καθαρά λειτουργική κίνηση.

Βλέπετε; Ο πρεσβύτης Συμεών είναι ιερέας και παίρνει τον Χριστό βρέφος, σαν να παίρνει πρόσφορο από την Παναγία, για να θυσιάσει τον Χριστό πάνω στην Αγία Τράπεζα, όπως κάνει πάντοτε ο ιερέας. Και μας δηλώνει εδώ, ότι ο Χριστός ήρθε για να θυσιαστεί. Δεν μπορείς αυτήν την εικόνα να την κάνεις αλλιώτικα.

Οι ιερείς, όταν λειτουργούν στην εκκλησία έχουν το πάνω ρούχο που λέγεται φελόνιο, με το οποίο καλύπτουν τα χέρια τους. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν τα δικά τους χέρια, επειδή τα δανείζουν στον Θεό. Ο πρεσβύτης Συμεών λοιπόν, παίρνει τον Χριστό, τον κρατάει με κλειστά τα χέρια γιατί δεν έχει να πει τίποτα δικό του. Θα κάνει ότι του πει ο Θεός. Και θα λειτουργήσει τον Χριστό.

Και μάλιστα στην αγιογραφία, αυτή η κίνηση της κλίσεως της κεφαλής σημαίνει αποδοχή του γεγονότος. Η εικόνα μιλάει μόνη της με τις κινήσεις. Είναι ο πρεσβύτης Συμεών, ο οποίος περίμενε στον ναό να έρθει ο Χριστός και να πει «νυν απολύεις τον δούλο σου Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη».

Στην εικόνα έχουμε την Παναγία, όπως αγιογραφείται με τα τρία οκτάκτινα αστεράκια. Όπως βλέπετε η Παναγία το ένα χέρι το έχει ανοιχτό και το άλλο κλειστό. Το κλειστό σημαίνει το χέρι με το οποίο διακονεί. Και το ανοιχτό είναι το χέρι της αποδοχής.

Όχι απλώς το χέρι που προσέφερε τον Χριστό, αλλά το χέρι κατεξοχήν, της αποδοχής του γεγονότος. Δηλαδή, Τον προσφέρει για να θυσιαστεί, δεχόμενη το γεγονός. Γιατί ο Χριστός για αυτό και μόνο ήρθε στον κόσμο, για να θυσιαστεί.

Πίσω βρίσκονται, η προφήτης Άννα θυγάτηρ του Φανουήλ, όπως την περιγράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς, που ξέρει τα γεγονότα της ζωής της Παναγίας πάρα πολύ καλά, επειδή ο ίδιος έζησε κοντά στην Παναγία και έμαθε από το στόμα της τις ιστορίες αυτές. Εχουμε λοιπόν, την θυγατέρα του Φανουήλ η οποία λέγεται προφήτης και η οποία περίμενε να δει κι αυτή τον Χριστό. Και αγιογραφείται να δείχνει με το δάχτυλό της. Οι προφήτες δείχνουν. Και η προφήτις Άννα έχει το ένα χέρι κεκλιμένο.

Πίσω τελευταίος είναι ο Ιωσήφ ο μνήστωρ. Διάκονος και πάλι του μυστηρίου, όπως και στην εικόνα της Γεννήσεως. Στην αγιογραφία δεν αποτυπώνουμε ποτέ μια θεία οικογένεια. Αν ήταν η θεία οικογένεια, ο Ιωσήφ θα ήταν μαζί της, δίπλα της. Εδώ όμως βρίσκεται πίσω. Όλοι λειτουργούν τον Χριστό. Δεν υπάρχει μια οικογένεια έτσι αυτοτελής.

Και πάλι ο Ιωσήφ είναι διάκονος του μυστηρίου και στα χέρια του κρατάει δύο περιστέρια. Ήταν η ιουδαϊκή παράδοση, όταν πήγαιναν στον ναό να προσφέρουν μια προσφορά. Μια φτωχή οικογένεια προσέφερε σιμιγδάλι, προϊόντα της γης, δηλαδή δημητριακά. Επίσης, μια οικογένεια μπορεί να προσέφερε ζώα προς θυσίαν και κάποια άλλη μπορεί να προσέφερε δυο νεοσσούς περιστεριών. Τα δύο περιστέρια δηλώνουν την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη.

Ο ουρανός όπως βλέπετε, έχει μια κλίση, είναι σαν τρούλος ο οποίος συγκαταβαίνει προς τα κάτω για να προσλάβει τον κόσμο. Και πάλι ο χώρος αγιογραφείται ως εξωτερικός, υπαίθριος, ενώ είμαστε μέσα στον ναό.

Ποτέ δεν υπάρχει κλειστός χώρος στην ορθόδοξη αγιογραφία. Οι χώροι είναι πάντοτε ανοιχτοί και είμαστε σε μια πορεία εξόδου. Πάντοτε εξερχόμαστε.









Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου