Τετάρτη 11 Ιουνίου 2014

"Ευπρέπειαν ενεδύσατο.. "






Λυκούργος Αγγελόπουλος
[Από συνομιλία του με τον Νίκο Παπουτσόπουλο]


Η βυζαντινή μουσική, θρησκευτική, λατρευτική, που συνοδεύει τις ακολουθίες των Παθών και της Ανάστασης, αποδίδει με ρωμαλεότητα τη συναισθηματική φόρτιση των ημερών και αναδεικνύει τον ποιητικό λόγο, διαφυλάσσοντας ακέραιο τον θησαυρό της ελληνικής γώσσας και τον θρίαμβο του μέτρου: "Κατεπόθη ὁ θάνατος εἰς νῖκος / τῇ ἐκ νεκρῶν ἐγέρσει σου, Χριστὲ ὁ Θεός", γράφει ο Ρωμανός, στην ακροστιχίδα "τοῦ κυροῦ Ρωμανοῦ αἶνος".

Και καθώς ο βυζαντινός αγιογράφος μετουσιώνει την κτιστή φύση, ο υμνωδός δοξολογεί το "τρισμακάριστον ξύλον, τὸ δῶρον τῆς ζωῆς ἡμῶν" και διεγείρει το συναίσθημα στην κλιμάκωση του Πάθους και της λαμπροφόρας Ανάστασης, όπως βιώνονται και αναβιώνονται κάθε χρόνο στην περίοδο της Μεγάλης Εβδομάδας, αναδεικνύοντας το νόημα και τον λόγο και ακολουθώντας πιστά μιαν ακμαία θεολογία και λατρευτική έκφραση.

Η πασχαλινή υμνογραφία συμπυκνώνει όλο το νόημα της Ανάστασης, την ελπίδα, αλλά και τη βεβαιότητα των πιστών για την πορεία προς την αλήθεια και τη ζωή, Είναι η πρόγευσις της Βασιλείας των ουρανών και βέβαια, δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά. Το γράφει καθαρά ο Απόστολος Παύλος: "εἰ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενὴ δὲ καὶ ἡ πίστις ἡμῶν".

Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο πως η διαδρομή, η πορεία των πιστών, μέσα από τις καθημερινές ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος, υποστηρίζεται από ένα εκπληκτικού πλούτου υμνογραφικό, δηλαδή ποιητικό και μουσικό ταυτόχρονα, πλαίσιο.

Ποιος δεν περιμένει να ακούσει το Μεγάλο Σάββατο το ιδιαίτερα κατανυκτικό, αλλά και χαρακτηριστικό μέλος του Ιακώβου Πρωτοψάλτου: "Σιγησάτω πᾶσα σάρξ βροτεία" και το Κοινωνικό του Πέτρου Λαμπαδαρίου, "Ἐξηγέρθη ὡς ὁ ὑπνῶν", που εξικνείται στις ακραίες περιοχές βάθους και ύψους του μέλους, σύμφωνα προς την τάση που περιγράφει ο θεωρητικός της μεθόδου, που ισχύει, ο Μητροπολίτης Χρύσανθος, στο Μέγα Θεωρητικόν:

"Μίμησις δε προς τα νοούμενα είναι το να μελίζωμεν με οξείαν μεν την μελωδίαν, εκείνα εις τα οποία νοείταί τις ύψος, ως ουρανός, όρος, με βαρείαν δε μελωδίαν εκείνα εις τα οποία νοείταί τις χαρά, ως παράδεισος, νίκη, με σκυθρωπόν δε ήχον εκείνα εις τα οποία νοείταί τις λύπη, ως θάνατος, καταδίκη."


Η ποιητική και μουσική πορεία εντείνεται κάθε ημέρα της Μεγάλης Εβδομάδος και κορυφώνεται, όπως είναι φυσικό, στην Ανάσταση. Το αρχαίο μέλος του Χριστὸς Ανέστη, ο κανόνας, τα στιχηρά του Πάσχα και το Δοξαστικό Ἀναστάσεως ἡμέρα, είτε στο μέλος του Πέτρου Λαμπαδαρίου, είτε στο μελισματικό μέλος του Ιακώβου Πρωτοψάλτου, είναι η μουσική έκφραση της Λαμπρής.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα μέλη αυτά είναι μελοποιημένα στους δύο πανηγυρικούς ήχους, τον πρώτο και τον πλάγιο του πρώτου.

Γράφει στον Λόγο "εἰς τὴν φωτοφόρον καὶ ἁγίαν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου" ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης (σε μετάφραση Γεωργίου Μαυρομμάτη): "Ας γιορτάσουμε, λοιπόν, την μετά από τρεις ημέρες Ανάσταση του Χριστού, που προξένησε την αιώνια ζωή".

Διότι όπως ακριβώς η Θεοτόκος Μαρία δεν δοκίμασε παρθενικές ωδίνες ανύμφευτης κόρης, αλλά με τη θέληση του Θεού και με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος γέννησε τον Δημιουργό των αιώνων, τον Θεό Λόγο, που προέρχεται από την κοιλία της καταργώντας τις οδύνες του θανάτου, άφησε όταν διατάχθηκε, ελεύθερο τον Κύριο των Ιουδαίων, γιατί δεν μπορούσε να κρατά σώμα το οποίο φέρνει την αθανασία.

Σκεπτόμενος, λοιπόν, ο προφήτης Δαυίδ την αποκατάσταση του μεγαλείου, την κατάργηση του θανάτου, την απόκτηση της πολυπόθητης ελευθερίας, φωνάζει και λέει: Βασίλευσε ο Κύριος, φόρεσε το μεγαλείο Του: "Ὁ Κύριος ἐβασίλευσεν, εὐπρέπειαν ἐνεδύσατο."

Αυτόν τον στίχο θα τον συναντήσουμε, ως αλληλουιάριο της Κυριακής του Πάσχα, σε ένα μοναδικό παλαιορωμαϊκό χειρόγραφο της Βατικανής βιβλιοθήκης. Σώζεται εκεί μαζί με άλλα έξι αλληλουιάρια για τη Διακαινήσιμο Εβδομάδα, όλα στα ελληνικά, εκφράζοντας την αρχαία παράδοση του αιώνος, όταν οι περισσότεροι Πάπες ήταν ελληνικής καταγωγής και οι ακολουθίες κατά συνέπεια ετελούντο στην ελληνική.


Το Χριστός Ανέστη, εξάλλου, το αρχαιότατο αυτό τροπάριο της πρώτης περιόδου της υμνογραφίας, δίνει το θέμα για την εικαστική απεικόνιση: Αγιογραφικές εικόνες που παριστάνουν την Ανάσταση του Χριστού, γράφει ο Φώτης Κόντογλου, είναι ζωγραφισμένες με τη λειτουργική τεχνοτροπία που την ονομάζουν "βυζαντινή".

Βυζαντινοί αγιογράφοι, δεν ζωγραφίζουν τον Χριστό να εξέρχεται του μνήματος, όπως συνηθίζουν οι ζωγράφοι της Δύσης, αλλά τον Χριστό που κατέβηκε στον Άδη, νικητή του θανάτου και γλίτωσε από τη φθορά το ανθρώπινο γένος. Γι’ αυτό φέρει και την επιγραφή: "Ἡ εἰς ᾍδου κάθοδος."

Στη μέση, ζωγραφίζεται ο Χριστός με μιαν ορμητική κίνηση πατώντας επάνω στις πύλες του Άδου, που είναι σπασμένες από τη θεϊκή δύναμή του και που καταπλακώνουν τον Άδη, δηλαδή τον θάνατο που κείτεται αλυσοδεμένος, μπρούμυτος μέσα σ’ ένα σκοτεινό σπήλαιο.

Ο Κύριος με το δεξί χέρι τραβά τον Αδάμ από τον τάφο και με τ’ αριστερό την Εύα, κι αυτό συμβολίζει την νεκρανάσταση όλου του ανθρωπίνου γένους.

Δεξιά κι αριστερά στέκουνται οι "ἀπ’ αἰῶνος νεκροί", σε στάση προσευχής, οι προφήτες Δαυίδ, Σολομών, Ησαϊας, Ενώχ, καθώς και ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, που αφού προφήτεψε τον ερχομό του Χριστού απάνω στη γη, μετά την αποκεφάλισή του, κατέβηκε στον Άδη και προείπε στους απ’ αιώνος, εκεί καθεύδοντας, πως θα κατέβει ο Χριστός νικητής του θανάτου, για να τους απελευθερώσει από την καταδίκη της φθοράς.

Με τον τρόπο αυτό, λόγος, μουσική και εικόνα, υπηρετούν ταπεινά την Ανάσταση.


antifono - [2fA]



                                            






Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου