Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014

Shrink - Εξομολογήσεις







Shrink [Εξομολογήσεις, ΗΠΑ - 2009]

                                    
Κάτι που χαρακτηρίζει ουσιαστικά την ποιότητα μιας ταινίας, είναι τα αποτυπώματα που αφήνει το πέρασμα της στις ψυχές των θεατών.
Ίχνη αδρά ή ανεπαίσθητα, ανάλογα με την "ικανότητα" της ταινίας (του θέματος, του σκηνοθέτη και των πρωταγωνιστών κυρίως) να ανταποκριθεί στη δεκτικότητα που διαθέτει ο θεατής και να δονήσει τις ευαίσθητες χορδές του.

Συνήθως ωστόσο, ο θεατής εκφράζεται για το "άγγιγμα" της ταινίας, με μια αισθητική κυρίως αξιολόγηση, για το «πόσο του άρεσε» το έργο, αποφεύγοντας έτσι να επισημάνει συνειδητά τα σημεία επηρεασμού του, ώστε να αποδεχθεί την ύπαρξη και μη συνειδητών πτυχών στην προσωπικότητα του, που επίσης συμμετέχουν στην τελική  κρίση του.

Συνειδητά ή όχι, όλοι μας έχουμε και την αθέατη πλευρά του εαυτού μας.
Αθέατη για μας και τους γύρω μας, προσβάσιμη όμως στους εκπαιδευμένους αναλυτές της ψυχής, που έχουν εξοικειωθεί στο να ερμηνεύουν ορισμένα σημεία στον λόγο και τις αντιδράσεις μας, ώστε να «βλέπουν καθαρά» τα κίνητρα που ασυνείδητα μας ωθούν, στην οποιαδήποτε συμβατή ή ακραία συμπεριφορά μας.

Αυτή άλλωστε, είναι και η βασική αλήθεια στη διαδρομή μιας ψυχοθεραπείας.
Ο ψυχαναλυτής είναι ο άνθρωπος που «μπορεί», αυτό που δεν μπορούμε εμείς για τον εαυτό μας, να δει δηλαδή τι κρύβεται «από την άλλη μεριά του τοίχου»!

Η ταινία "Shrink" (όπου shrink στην Αμερική σημαίνει και ψυχαναλυτής), σε εξαιρετική σκηνοθεσία του Jonas Pate, κινείται πολύ διακριτικά γύρω από το θέμα της ψυχανάλυσης, αλλά καταγράφει παράλληλα κάποιες ουσιαστικές αδυναμίες της, που τις πλαισιώνει ρεαλιστικά με τους σύγχρονους ρυθμούς ζωής.
Όμως οι άνθρωποι είναι παντού (και πάντοτε) ίδιοι, με παρόμοια προβλήματα, με ανάλογες ανάγκες και με ταυτόσημη δυστυχώς αδιαφορία, σε ό,τι δεν τους αφορά άμεσα.           



Το κεντρικό πρόσωπο του έργου είναι ο Χένρι Κάρτερ [Kevin Spacey], ένας απόλυτα επιτυχημένος ψυχαναλυτής και συγγραφέας του Λος Άντζελες. Η ζωή του είναι ρυθμισμένη και τακτοποιημένη σε όλα της τα επίπεδα. Ωστόσο έρχεται η στιγμή, που αναγκάζεται να δει και ο ίδιος τη ζωή του να εκτυλίσσεται σαν ταινία και την παρακολουθεί σαν θεατής αμέτοχος, παθητικά.

Αδυνατεί να πάρει την κατάσταση στα χέρια του, να σταθεί ξανά όρθιος, να συνεχίσει με αυτοσεβασμό τη ζωή του. Ο θάνατος της γυναίκας του τον έχει αφήσει άδειο από ελπίδες και προσδοκίες. Ο σύμβουλος των άλλων στην αυτογνωσία, αναζητά τον εαυτό του αγνοώντας τον ταυτόχρονα, παραμερίζοντας τον, αδιαφορώντας ουσιαστικά γι’ αυτόν, σε μια μοναχική εμμονή φυγής.

Κοινωνικά συνεχίζει τις δραστηριότητες του, περιμένοντας ίσως τον χρόνο να απαλύνει τη συναισθηματική του καταιγίδα, το πνεύμα του ωστόσο "ταξιδεύει" συχνά στις νωθρές ψευδαισθήσεις του αλκοόλ και των ναρκωτικών ουσιών, που του εξασφαλίζουν κάποιες προσωρινές αποδράσεις.
Το ρήγμα στο προστατευτικό τείχος του δικού του ασυνείδητου κόσμου είναι γεγονός, όπως και η αδυναμία του να αποδεχτεί την πραγματικότητα.

Οι φίλοι του ανησυχούν για την αδυναμία και την αδράνεια του, τον προτρέπουν να συνεχίσει τον δρόμο του στη ζωή με νέες προοπτικές, όμως ο ίδιος προβάλλει σαν δικαίωμα του να πενθήσει την απώλεια της γυναίκας του, με όποιον τρόπο εκείνος νομίζει κατάλληλο και για όσον χρόνο του χρειασθεί,

Το πένθος είναι μια απαραίτητη διαδικασία μετά από κάθε απώλεια, που αποφορτίζει και εξισορροπεί τον ψυχισμό μας. Ταυτόχρονα είναι η πιο κατάλληλη περίοδος επανεκτίμησης του παρελθόντος, για ανάλογο επανασχεδιασμό του μέλλοντος.
Ζωή ωστόσο, είναι το σήμερα. Οι αναμνήσεις δεν αντικατοπτρίζουν τις προοπτικές μας, ούτε προδιαγράφουν τις σημερινές μας ενέργειες.

Η φυγή δεν αποτελεί βίωση πένθους, ο διασκορπισμός δεν θα οικοδομήσει ανασυγκρότηση, τον θάνατο χωρίς σπόρο ζωής, δεν θα ακολουθήσει η ανάσταση.
Η άρνηση, η άβουλη συναίνεση στις παρορμήσεις, η φοβισμένη πορεία προς το μάταιο, δεν έχουν τη δυνατότητα να καρποφορήσουν αναγέννηση.

Ο Κάρτερ είχε μια σημαντική απώλεια στη ζωή του. Σε τι συνίσταται όμως αυτή η απώλεια;
Στη ματαίωση των προσδοκιών του; Στην έλλειψη της αγάπης, της στοργής, του πάθους, της εξάρτησης ίσως, που είχε εγκατασταθεί σιγά-σιγά, του εφησυχασμού στη συνήθεια που φέρνει ο χρόνος;

Είχε άραγε δοθεί τόσο απόλυτα στη σχέση με τη γυναίκα του, όπως δίνεται και δένεται κάποιος με τη δουλειά του, την επιστήμη του, με ιδιαίτερα προσφιλείς δραστηριότητες, με μια ιδεολογία, όταν μόνο κάποιο από αυτά δίνει νόημα στη ζωή του;
Μήπως είχε υπάρξει πραγματικά τόση αγάπη ανάμεσα τους, ώστε τώρα η μοναξιά δεν αντέχεται, αφού τα αισθήματα του παραμένουν μουδιασμένα και μετέωρα στο κενό;

Η πικρή αλήθεια είναι, πως η γυναίκα του Κάρτερ αυτοκτόνησε.
Η απόγνωση, η ψυχική απομάκρυνση από τον σύζυγο της, ίσως η έλλειψη παιδιών, η κατάθλιψη, αδιάφορο τι ακριβώς από τα παραπάνω ή και όλα μαζί, την ώθησαν να δώσει τέρμα στη ζωή της.

Και ο ειδικός σ’ αυτά σύζυγος της, με αλλοιωμένη, "συρρικνωμένη" την προσωπικότητα του στο βάθρο της επιτυχίας του, ήταν ουσιαστικά «απών» όλο το προηγούμενο διάστημα. Δεν αντιλήφθηκε το παραμικρό.
Ή δεν έδωσε τη σημασία που έπρεπε να είχε δώσει.

Στον εσωτερικό διάλογο με τον εαυτό του, που μοιραία δεν μπορεί να τον αποτρέψει και παρά τα επιχειρήματα που προβάλλει με τις εκλογικεύσεις του, νοιώθει εκτεθειμένος, ηττημένος και αμετάκλητα ένοχος.
Όταν δεν υπάρχει αγάπη να τα στηρίζει, όλα τα οικοδομήματα που υπερηφανευόμαστε γι’ αυτά στη διαδρομή της ζωής μας, μοιραία καταρρέουν.

Τώρα είναι αργά, για να επανορθώσει. Η αγάπη πρέπει να δίνεται στην ώρα της.
Εκείνος άφησε την ευκαιρία του να περάσει. Τι άλλο του απομένει από τη φυγή, από το ταξίδι στη λήθη;

Το τι υπάρχει όμως στην ψυχή του κάθε ανθρώπου, μόνο ο Θεός το γνωρίζει.
Μόνο Εκείνος θα κρίνει, αν η μετάνοια στο εξομολογητήριο είναι ειλικρινέστερη από το βίωμα της έσχατης εξαθλίωσης στην αυτοτιμωρία του αλκοόλ και των ναρκωτικών.

Έστω και αν ο Χένρι Κάρτερ παραδόθηκε πρόθυμα στις σειρήνες του Λος Άντζελες (τις οποιεσδήποτε σειρήνες, του οποιουδήποτε τόπου), ίσως διατήρησε βαθιά στην καρδιά του τον σπόρο της μετάνοιας. Κι’ όσο κρυφή, ασυνείδητη και ανεκδήλωτη κι’ αν είναι αυτή, ο Θεός γνωρίζει την ύπαρξη της.

Ο πατέρας του, ψυχαναλυτής και ο ίδιος, σαν τύπος του Θεού-πατέρα και γνώστη του βάθους των ψυχών μας, του ανοίγει τον δρόμο προς την επιστροφή και τη σωτηρία.
Του αναθέτει την ψυχοθεραπεία της Τζέμμα.



Η Τζέμμα [Keke Palmer], είναι μια αντίστοιχη περίπτωση με του Κάρτερ, αλλά σε ακριβώς αντίθετη έκδοση.
Νεαρή μαθήτρια, μαύρη, γεμάτη ανασφάλειες, χαμένη μέσα στην ανωνυμία του κόσμου της. Συγχρόνως, φορτωμένη με ενοχές για την αυτοκτονία της μητέρας της, τόσο που φοβάται να διαβάσει το τελευταίο γράμμα που της άφησε εκείνη.
Αν την κατηγορεί για την απόφαση της να δώσει τέλος τη ζωή της, πως θα μπορέσει η ίδια να συνεχίσει τη δική της ζωή;

Με παραπομπή σε ψυχίατρο από το σχολείο της, αρχίζουν με τον Κάρτερ συναντήσεις για τις θεραπευτικές συνεδρίες. Θεωρούν και δύο μάταιες τις διαδικασίες αυτές, αλλά δεν μπορούν να τις αποφύγουν.
Ίσως η αναγκαστική συμμετοχή στην κοινή δραστηριότητα που αντιμετωπίζουν και οι δύο με τον ίδιο τρόπο, της δίνει την αίσθηση κάποιας οικειότητας, που την οπλίζει με το θάρρος να ζητήσει από τον Κάρτερ, να διαβάσει εκείνος πρώτος το γράμμα της μαμάς της.

Κάποτε θα έπρεπε να μάθει, αν εκείνη την κατηγορεί.
Ο Κάρτερ είναι ο μόνος άνθρωπος που μπορεί να τη βοηθήσει.
Αξιόπιστος, αρμόδιος, αδιάφορος, δεν θα βρει καταλληλότερον απ’ αυτόν.

Ενώ ο ψυχαναλυτής ξεδιπλώνει το γράμμα και η Τζέμμα περιμένει να μάθει το περιεχόμενο, η φόρτιση της αυξάνεται κατακόρυφα.
Η ατμόσφαιρα ηλεκτρίζεται όλο και περισσότερο, όσο προχωρεί η ανάγνωση.
Όταν εκείνος τελειώνει το διάβασμα και τη διαβεβαιώνει πως η μητέρα της δεν αναφέρεται στις αιτίες που την οδήγησαν στην απόφαση της, εξουθενωμένη και ισοπεδωμένη από την ένταση, ξεσπά σε κλάμα ανακούφισης και πένθους.

Μπροστά στα μάτια του Κάρτερ, ένα κορίτσι απελευθερωμένο από αναστολές, θρηνεί τον χαμό της μητέρας του, όπως εκείνος δεν μπόρεσε να θρηνήσει ακόμα τη γυναίκα του.

Η ανάγκη της ανθρώπινης συμπαράστασης καταργεί τους ρόλους τους.
Οι αυστηροί ψυχαναλυτικοί κανόνες, παύουν να ισχύουν.
Μέσα του θρηνεί και ο ίδιος για τη μητέρα της Τζέμμα και συγχρόνως για τη γυναίκα του, σαν να ήταν το ίδιο πρόσωπο, σαν να ήταν η Τζέμμα η κόρη του, που δεν αξιώθηκε να αποκτήσει.
Αυθόρμητα την αγκαλιάζει. Το κλάμα σε μια ειλικρινή, ζεστή πατρική αγκαλιά είναι κάτι που δεν ξεχνιέται ποτέ, ούτε από την κόρη, ούτε από τον πατέρα.



Όταν η προσωπική επαφή παραμερίζει την επιστημονική προσέγγιση, μια τόσο μικρή κίνηση είναι αρκετή για να πάρουν οι ζωές, τόσο της Τζέμμα όσο και του ψυχαναλυτή της, μια καινούρια τροπή. Όπου υπάρχει αγάπη, υπάρχει και η χάρη του Θεού. Και όπου δίνει ο Θεός τις ευκαιρίες του, όλα τα καλά στοιχεία των ανθρώπων αναπτύσσονται και αποδίδουν καρπούς.

Ο ατομικισμός κρατά φυλακισμένες τις ανθρώπινες δυνατότητες.
Αντίθετα το άνοιγμα της ψυχής στους άλλους, το δόσιμο αγάπης χωρίς υστεροβουλία, η συμμετοχή χωρίς επιφυλάξεις, έλκουν την ευλογία του Θεού.
Τότε οι αναλύσεις περιττεύουν και οι θεραπευτές μπορούν να ισορροπήσουν και οι ίδιοι στον εσωτερικό τους κόσμο.

Η δημιουργική βούληση ενός νεαρού σεναριογράφου, θα δώσει τέλος, μια νέα προοπτική στην ταινία και θα ολοκληρώσει τη λύτρωση του Κάρτερ και της Τζέμμα, μέσα στη μυστική πνευματική συγγένεια που τους οδήγησε το μοίρασμα του πόνου τους.

Η Πόλη των Αγγέλων, του σκληρού ανταγωνισμού, του συμβιβασμού και των εντυπώσεων, δείχνει σε κάποιες στιγμές αλήθειας, το αγγελικό της χαμόγελο.



Μ. Ψ.










επεξ. [2φΑ]









Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου