Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2015

Αγάπη, λήθη και ευτυχία





Αγάπη, λήθη και ευτυχία – ένα σημείωμα αναθεώρησης


Η Λήθη, θυγατέρα της Έριδας στη Μυθολογία, είναι μια ύπουλη παγίδα στον οραματισμό της ευτυχίας, ένα τέλμα που μέσα του αφήνουμε μοιρολατρικά τον εαυτό μας να βυθισθεί.

Δεν το σχεδιάζουμε, ίσως και να μην το επιδιώκουμε συνειδητά, όμως είναι ακριβώς αυτό που χρειαζόμαστε, γι’ αυτό και αποδεχόμαστε τόσο εύκολα να μας καλύψει το ημίφως της λησμονιάς, να μη διακρίνουμε τις λεπτομέρειες του ειδώλου της αυτοκριτικής μας.

Έρχεται σαν μηχανισμός επικάλυψης στις λαθεμένες επιλογές μας, να συνεργήσει παθητικά στην έμμονη αναζήτηση μιας τυποποιημένης μορφής ευτυχίας υλικών αγαθών ή στο κυνήγι άλλοτε, στιγμών ευφορικής τόνωσης του εγωισμού ή εκτόνωσης του νευρωτισμού μας, με την πραγματοποίηση ανούσιων και κάποτε ανόσιων επιθυμιών.

Στο σφιχταγκάλιασμα της, λησμονούμε τους ωραίους και μοναδικούς ρόλους μας στη ζωή και υποκρινόμαστε αβασάνιστα τους σιωπηλούς κομπάρσους ή και τους αμέτοχους θεατές, αδιαφορούμε για τις καταβολές της ταυτότητας μας, ξεχνούμε τις ηθικές κληρονομιές και συγγένειες, ακόμα και τι μέρα είναι σήμερα και πόσο γρήγορα στενεύει ο χρόνος.

Το αύριο δεν γνωρίζουμε αν θα υπάρχει, και ουσιαστικά θα συνεχίσει να μην υπάρχει για μας, όσο ξεχνούμε πως το σήμερα είναι η ώρα της ευθύνης μας, είναι η επόμενη μέρα της μακάριας και βαθιάς αμεριμνησίας, η αναμενόμενη μέρα της απόφασης για επιστροφή στις αξίες μας και αναθέρμανση των πιστεύω μας.


Θελήσαμε να έχουμε μια όμορφη ζωή.
Στην προσπάθεια όμως να περάσουμε καλά, να ζήσουμε καλύτερα, να ανταποκριθούμε σε μια κοινωνία ανταγωνισμού, ρηχότητας και μίμησης, ξεχάσαμε να ζήσουμε την αληθινή ευτυχία…

Και δεν είναι σχήμα λόγου.
Γιατί η ζωή και η ευτυχία είναι έννοιες αλληλένδετες, δηλαδή συναντούνται, στο μέτρο που αντανακλούν την ομορφιά των αισθημάτων μας –τίποτα διαφορετικό, τίποτα περισσότερο- κι εμείς έχουμε ξεχάσει ν’ αγαπούμε.
Μπορεί να μην το μάθαμε ποτέ, πάντα οι άλλοι όφειλαν να μας αγαπούν.

Η αγάπη όμως που εισπράττουμε, δεν είναι δικαίωμα κατά την εύηχη, αλλά τόσο κενή και αυθαίρετη ρήση «γιατί το αξίζετε», και η αγάπη που παρέχουμε δεν μπορεί να αποσκοπεί στην ανταπόδοση.
Προσαρμοστήκαμε στην «αγάπη» της συναλλαγής, διαστρεβλώσαμε την έννοια της στην υπηρεσία του συμφέροντος και μειώσαμε την ιερή απολυτότητα της στη σχετικότητα της μικροψυχίας μας.

Ίσως ακόμα, να μας φοβίζει η αγάπη.
Δεν ανοιγόμαστε για να μην γίνουμε ευάλωτοι, δεν αγαπούμε για να μην πονέσουμε, ο σκεπτικισμός και η επιφυλακτικότητα οδηγούν τα αισθήματα μας στην μοναχικότητα της αυτάρκειας και στις άμυνες της καχυποψίας.

Λάθος αρχή.
Η μόνιμη λογική της ευκαιριακής, έστω και αγχολυτικής διασκέδασης των καταστάσεων, αποκλείει από τη ζωή μας την πληρότητα της αγάπης.
Η έλλειψη αυτοσεβασμού, στερεί από τη συμπεριφορά μας και την ελάχιστη αίσθηση σεβασμού στα πρόσωπα που σχετιζόμαστε, στη φύση που μας περιβάλλει, στην εργασία που επιτελούμε και στην ίδια την έννοια της ζωής. Πού να στηριχθεί η αγάπη;


Ο άλλος δρόμος είναι το υπέρλογο της θυσίας.
Και ας μην τρομάζουμε. Οι θυσίες του απλού, καθημερινού ανθρώπου, μπορούν να είναι κι αυτές απλές και καθημερινές.
Η κατεύθυνση όμως πρέπει να είναι η ίδια.
Αγάπη που δεν έχει στη δυναμική της την αγιότητα, την απελευθερωτική δηλαδή ορμή της προσφοράς μέχρι θυσίας, αγάπη με όρια και όρους δεν είναι Αγάπη.

Όταν η ικανοποίηση είναι μια έννοια κοσμική, μια απαίτηση του στερημένου εγώ, μέσα από τις δυνατότητες που μας παρέχει το χρήμα, η φήμη και η ευστροφία, μας παρασύρει στην εξάρτηση της ιδιοτέλειας και στη μίμηση κοινωνικών προτύπων, που παρακάμπτουν κάθε αγαθή αίσθηση ποίησης και ρομαντισμού, και νοθεύουν την αμεσότητα και τη θερμότητα στις σχέσεις μας. 

Στις σχέσεις με τους άλλους, και με τον εαυτό μας επίσης.
Γιατί τελικά, με μια διαυγή εκτίμηση της πραγματικότητας, είναι φανερό πως δεν υπάρχει ξένος, ανταγωνιστής ή εχθρός. Δεν υπάρχει ο «άλλος».
Αυτό που εισπράττουμε στις σχέσεις μας, είναι η αντανάκλαση των δικών μας διαθέσεων.
Πέρα από τις κοινωνικές συμβατικότητες, που συχνά μας απομονώνουν συναισθηματικά, είναι τόσο απλά εφικτό να έχουμε για καθρέπτη του εαυτού μας τα μάτια του απέναντι μας…

Δεν αρκεί να τοποθετούμε τον «αδελφό» πλάι μας ή κοντά μας.
Η θέση που του αρμόζει είναι στην καρδιά μας, γι’ αυτό κι όταν του δείχνουμε με ειλικρίνεια την προσοχή και το ενδιαφέρον μας, του χαρίζουμε λίγο από τον χρόνο και την αγάπη μας, γεμίζουμε και τη δική μας καρδιά, από χαρά, σταθερότητα κι εμπιστοσύνη.    

Η χαρά της αγάπης, αυτό που ονομάζουμε ευτυχία, είναι το άρωμα του πνεύματος, όταν ανθίζει στο εύφορο χώμα του εαυτού μας. Είναι η χαρά της ζωής, της κοινωνίας, σε όλες τις εκδηλώσεις της, σκληρές και ήπιες, σχεδιασμένες ή αιφνίδιες.

Και είναι πάντα οι απλές-μικρές θυσίες του εαυτού, που μας οδηγούν στους ευχαριστιακούς παραδείσους του πνεύματος.

Γιατί ο πλούτος της αγάπης στον κόσμο μας, βιώνεται μόνο μέσα στις αλήθειες της διαρκούς πνευματικής αναγέννησης, κι αυτό δεν πρέπει να το λησμονούμε ποτέ.


Μ. Ψ.








Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου