Πέμπτη 10 Μαρτίου 2016

"Διάκονοι αξιών.. "






"Τρόπος Ελληνικός " - του Γιώργου Ανδρέου


Ελλάδα είναι η χώρα της Ποίησης.
Από τον Όμηρο ως τον Ελύτη μια νοητή γραμμή συνδέει, ενοποιεί και κατευθύνει μέσα από την ποιητική δημιουργική γλώσσα τα σταθερά γνωρίσματα του ελληνικού πολιτισμού, αυτά που δεν μοιάζουν με τίποτε ανατολικό και τίποτε δυτικό, τα πρωτογενή και γι’ αυτό τόσο πολύτιμα.

Υποστηρίζω ότι όλες οι τέχνες που γεννήθηκαν και αναπτύχθηκαν στο σταυροδρόμι που λέγεται Ελλάδα, κατάγονται από την Ποίηση.

Το Θέατρο αυτονόητα. 
Η Αρχιτεκτονική ως ποιητική ένταξη του σχήματος - κτίσματος στις γραμμές του τοπίου. 
Ο Χορός ως ποιητική της ανύψωσης του σώματος σε ιδέα πνευματική. 
Η Ζωγραφική κι η Γλυπτική ως ποιητική της άλλης μεταφυσικής, αυτής που υπαινίσσεται ζωή αιώνια, όχι καταγραμμένη «ρεαλιστικά», αλλά μετουσιωμένη σε ερωτική ιδέα.

Και η Μουσική τέλος, ως ποιητική του θεϊκού, που διαχέεται άυλο, αλλά αρραγές σ’ έναν συντονισμό συμπαντικό, χαρμολυπημένο.
Αν το τραγούδι είναι μνήμη ποίησης και μουσικής, τότε είναι δυο φορές ποίηση.

Αλλά τι είναι ποιητικό, με τον ελληνικό τρόπο;
Είναι εκείνο το δημιουργικό σύμπαν όπου όλα τα στοιχεία, ιδεατά και υλικά, συνενώνονται σ’ ένα είδος μυστικής ζωής και παύουν να αποτελούν σημαινόμενα μιας χρηστικής αξίας, ενός μονοδιάστατου «ρόλου».

Το τραπέζι, το ποτήρι, ο Χάρος, η θάλασσα και οι άγγελοι, το παράθυρο, τα καράβια, τα λουλούδια, ο Χριστός και η Παναγία, το παράπονο, η Κυριακή, τα λιμάνια, η βρύση και η ζήλια, ο γκρεμός, το ψέμα, το ψωμί, ο έρωτας και η ξενιτιά, η Πόλη, το κορίτσι, γίνονται σήματα φωτεινά του κόσμου μας των θαυμάτων, λαμπρές αρνήσεις του δυτικότροπου ορθολογισμού και του εξ Ανατολών μανιχαϊσμού.

Ο κόσμος ο ελληνικός είναι ενιαίος, αναστημένος, μυστηριακός και αγαπητικός.

Ο κόσμος ο ελληνικός είναι το παιδί ενός πολιτισμού σύνθετου, μακραίωνου και απόλυτα έντεχνου, ενός πολιτισμού πένητα και αριστοκράτη. 
Είναι ο κόσμος ο ελληνικός με τον τρόπο τον ελληνικό. Τον τρόπο της Ποίησης.

Κρίμα που οι σύγχρονοί μου Έλληνες έχουν αφήσει αυτόν τον τρόπο και έχουν καταπιαστεί με άλλους.
Κρίμα κι άδικο να χρειάζονται «ροκ» και «έθνικ», «ρέιβ» και «ποπ» για να αρθρώσουν λόγο καρδιάς και αισθημάτων.

Μιλώ βέβαια για τραγούδι και μουσική και ας θεωρηθεί ότι παρακάμπτω τους πολλούς που μαϊμουδίζουν γελοία αγγλοσαξονικά πρότυπα ανάμεικτα και με κωμικοτραγικά αραβικά στερεότυπα. Στους άλλους αναφέρομαι, στους καλούς, στους ειλικρινείς Έλληνες.

Ακόμη κι όταν στα ωραία λόγια των τραγουδιών τους βλέπω τον τρόπο τον ελληνικό, δεν τον ακούω στις μουσικές τους. Τι κρίμα κι άδικο οι φιλοξενούμενοί μας Αρμένιοι και Σλάβοι να μας θυμίζουν αυτό που είναι δικό μας και το «ξεχάσαμε», τον τρόπο τον ποιητικό, τον τρόπο τον ελληνικό.

Πολύ λυπάμαι όταν ακούω τραγούδια μας με λόγια που θυμίζουν πρωτοσέλιδα εφημερίδων, πολύ λυπάμαι όταν αισθάνομαι τη φυλακή της κυριολεξίας στη θεματική ενός τραγουδιού, πολύ λυπάμαι όταν βλέπω τις μουσικές αναζητήσεις να περιορίζονται στα ρηχά νερά του «νεολαϊκού» ήχου με την ως εξαντλήσεως, κατάχρηση του ρεμπέτικου τρόπου και τη χρήση του δύστυχου μπουζουκιού ως «πόρνης της παραδόσεως», στο σώμα της οποίας, επιτρέπονται (και με τις ευλογίες των «ειδικών») όλων των ειδών οι ασελγείς πειραματισμοί.

Βάζω κάτω τον χάρτη: Πόντος, Θράκη, Μακεδονία, Κυκλάδες, Ρούμελη, Κρήτη, Επτάνησα, Δωδεκάνησα, ηπειρώτικο μέλος, βυζαντινό μέλος...
Η ζώσα παράδοση περιμένει όχι απλή αναπαραγωγική τεχνική, αλλά ερωτική παραδοχή, θρησκευτική προσήλωση, ελεύθερο αίσθημα, τρόπο ποιητικό, τρόπο ελληνικό.

Ίσως τότε, όταν ξανακοιταχτούμε στον καθρέφτη του πολιτισμού μας, ίσως κερδίσουμε την Ανατολή που αληθινά μας αναλογεί και τη Δύση που μας χρωστάει.


ΥΓ. Συλλογίζομαι πολύ τον Κόντογλου.
Ποια δύναμη ώθησε έναν ζωγράφο σπουδαγμένο στην Εσπερία να ταξιδέψει στο Άγιον Όρος, να συγκλονισθεί από την δύναμη της βυζαντινής τέχνης και να γίνει αγιογράφος υπερασπιστής της, σε μια ιστορική στιγμή μάλιστα, όπου η ορθή αγιογραφία στρεφόταν επικίνδυνα προς δυτικότροπα πρότυπα;

Φαίνεται ότι ο τρόπος ο ελληνικός επιλέγει με επιφοίτηση τους διακόνους των αξιών του.

Ίσως γιατί ο πολιτισμός μας ο ελληνικός επιβίωσε τόσους εχθρικούς αιώνες δείχνοντας δύο πρόσωπα: το ένα ξένιο και καταδεκτικό, έτοιμο να διδαχθεί, να μοιρασθεί, να υιοθετήσει, να κάνει δικό του με μυστηριώδη ώσμωση καθετί «εξωτικό» (στον νου μου έρχονται πρόχειρα οι ρούμπες, τα μπολερό και τα φοξτρότ του Τσιτσάνη).

Το δεύτερο πρόσωπο, ύστερα από το πέρασμα του χρόνου, το ξαναζύγισμα και τη διήθηση, είναι το θανατηφόρο πρόσωπο της Μέδουσας.



antifono – [2fA]






Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου