Σάββατο 9 Απριλίου 2016

"Η έξοδος του μοναχού "





ΚΛΙΜΑΞ - ΛΟΓΟΣ ΑΣΚΗΤΙΚΟΣ ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΙΩΑΝΝΟΥ
ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΣΙΝΑ


τον οποίον απέστειλε εις τον αββάν Ιωάννην, καθηγούμενον της Ραϊθού  -
Είναι διηρημένος εις τριάκοντα κεφάλαια, τα οποία ωσάν βαθμίδες κλίμακος,
αναβιβάζουν όσους τα ακολουθούν, από τα χαμηλότερα εις τα υψηλότερα,
εξ ου και το βιβλίον ωνομάσθη Κλίμαξ


Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου
Από τον Έβδομο Λόγο  της Κλίμακος   (Περί του χαροποιού πένθους)


50.

Εγώ, καθώς σκέπτομαι την ποιότητα της κατανύξεως, μένω έκθαμβος.
Πώς αυτό που ονομάζεται πένθος και λύπη είναι συμπεπλεγμένο με την χαρά και με την ευφροσύνη, όπως το μέλι με το κερί! Και τι διδασκόμεθα από αυτό;
Ότι η κατάνυξη είναι καθ΄ εαυτό δώρο του Κυρίου.

Και στην ψυχή που κατανύσσεται υπάρχει μία αληθινή ηδονή, διότι ο ίδιος ο Θεός μας με μυστικό τρόπο παρηγορεί τους «συντετριμμένους τη καρδία».
Για να αποκτήσουμε γνήσιο και καθαρό πένθος και οδύνη ωφέλιμη, (αφού και τα αντίθετα διδάσκουν), ας ακούσουμε μια ψυχωφελή και πολύ αξιοθρήνητη διήγηση:


Έμενε εδώ κάποιος μοναχός Στέφανος, ο οποίος είχε ασπασθεί την ερημική και ησυχαστική ζωή. Αγωνίσθηκε πολλά έτη στην μοναχική παλαίστρα. Ήταν στολισμένος με νηστείες, και ιδιαιτέρως με δάκρυα και με άλλα ενάρετα κατορθώματα. Είχε το κελί του στην κατάβαση του αγίου τούτου όρους, (κάτω από την Αγία Κορυφή), στο σημείο που ευρίσκεται το σπήλαιο του Προφήτου Ηλιού.

Αυτός λοιπόν ο αείμνηστος, για πιο ακριβή και κοπιαστική μετάνοια και άσκηση, επήγε στον τόπο όπου έμεναν οι αναχωρητές, που ονομάζεται Σίδδης. Παρέμεινε εκεί μερικά χρόνια με υπερβολικές στερήσεις και σκληρή άσκηση, εφ’ όσον ο τόπος ήταν «απαράκλητος» και αδιάβατος σχεδόν από ανθρώπους - απείχε περίπου εβδομήντα μίλια από το κάστρο.
(Σ.φ.: Την Ι. Μονή Αγίας Αικατερίνας Σινά)

Έπειτα, γύρω στο τέλος της ζωής του, ανεβαίνει ο γέροντας αυτός στο κελί του, κάτω από την Αγία Κορυφή. Είχε μάλιστα και δύο υποτακτικούς από την Παλαιστίνη πολύ ευλαβείς, οι οποίοι και του φύλαγαν το κελί πριν επιστρέψει.
Αφού πέρασαν ολίγες ημέρες έπεσε σε ασθένεια, με την οποία και τελείωσε την ζωή του.

Την παραμονή του θανάτου του περιέπεσε σε πλήρη έκσταση και με τα μάτια ανοικτά παρατηρούσε δεξιά και αριστερά της κλίνης του. Σαν να τον ανέκριναν κάποιοι, απαντούσε -τον άκουγαν όλοι οι παρευρισκόμενοι- και άλλοτε έλεγε:

«Ναι, πράγματι, αληθινά, πλην όμως νήστευσα τόσα έτη γι’ αυτό».
Άλλοτε: «Όχι. Είναι ψέμα. Αυτό δεν το έκανα». Έπειτα από λίγο:
«Αυτό ναι, αληθινά το έπραξα, αλλά έκλαυσα, έκανα διακονήματα αγάπης».
Και πάλι: «Αληθινά με κατηγορείτε». Μερικές φορές για ορισμένα απαντούσε:
«Ναι, αληθινά, ναι. Γι’ αυτά δεν έχω τι να απολογηθώ. Ο Θεός είναι ελεήμων».


Ήταν αλήθεια ένα θέαμα φρικτό και φοβερό. Ένα δικαστήριο αόρατο και χωρίς έλεος.
Και το φοβερότερο, ότι τον κατηγορούσαν και για πράγματα που δεν είχε διαπράξει.

Ο ησυχαστής αυτός και αναχωρητής για ορισμένα πταίσματά του -αλλοίμονο!- έλεγε:
«Γι’ αυτά δεν έχω τι να ειπώ». Και είχε σαράντα περίπου έτη μοναχός, χωρίς να του λείπει και το δάκρυ! Αλλοίμονο! Και πάλι αλλοίμονο!

Πού ήταν τότε η φωνή εκείνη του προφήτου Ιεζεκιήλ, για να τους ειπεί:
«Εν ω εύρω σε, εκεί και κρίνω σε, είπεν ο Θεός» (πρβλ. Ιεζ. λγ΄ 12-16).
Αλλά δεν κατόρθωσε να χρησιμοποιήσει μία τέτοια απολογία. Γιατί άραγε;
Άγνωστον. Ας έχει δόξα ο Θεός, ο μόνος που γνωρίζει.

(Ας σημειωθεί και τούτο): Ο μοναχός αυτός -μου το διηγήθηκαν αψευδείς μάρτυρες στην έρημο- είχε τόση χάρη, ώστε να τρέφει με τα χέρια του και λεοπάρδαλη.
Και ενώ συνεχιζόταν η αυστηρά αυτή δικαστική ανάκριση, αποχωρίσθηκε το σώμα του, χωρίς να αφήσει καμία ένδειξη για την κρίση ή το πόρισμα ή την απόφαση και το τέλος της δίκης.



egolpion – [2fA]





Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου