Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

"Ο λόγος και η πίστη - (2/3) "





Σπύρος Κυριαζόπουλος
Από το βιβλίο του "Προλεγόμενα εις την ερώτησιν περί Θεού"
[ 2 από 3 μέρη]


πίστη παραμένει ἐν ἰσχύει μόνον ὅταν μπορεῖ νά ὑπερβεῖ τήν ἐρώτηση. 
Ὁ ἀγῶνας εἶναι τό οὐσιαστικό στοιχεῖο τῆς ὕπαρξης της, ὄχι ὁ ὕπνος τῆς βεβαιότητας. 
Ἡ πίστη εἶναι ὑπέρβαση τῆς ἐρώτησης, ἀλλά ἡ ἐρώτηση κρατάει σέ ἐτοιμότητα τήν πίστη.

Ὅταν ἡ πίστη εἶναι ἀγῶνας ἀνακάλυψης καί ὄχι κληρονομιά, ὄταν εἶναι καταστάλαγμα μέσα ἀπό τήν φωτιά τῆς ἀμφιβολίας, τότε εἶναι τό ἀποφασιστικότερο τόλμημα. 
Στήν πίστη ὁ ἄνθρωπος ἀρνεῖται τόν ἄνθρωπο, ἡ λογική σιωπᾶ, ὁ ἐγωϊσμός ὑποτάσσεται, ἡ σκέψη τελειώνει.

Μέσα στήν ἀπάρνηση καί τήν σιωπή, στήν ταπείνωση καί τήν ἐξουδένωση ὁ ἄνθρωπος συνειδητοποιεῖ, ὄσο ποτέ ἄλλοτε, τήν φευγαλέα πραγματικότητα τῆς ὕπαρξης καί τήν ἀξία της. Ἡ αὐτοσυνειδησία στήν ὁποία ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο ἡ πίστη, εἶναι ἡ προϋπόθεση τῆς πραγματικῆς ἐλευθερίας ἀπό τόν ἑαυτό του.

Ἡ πίστη εἶναι τό σύνορο τῆς πρόσκαιρης ὕπαρξης καί τῆς αἰώνιας. 
Ἡ πίστη "χτυπᾶ τήν πόρτα" τῆς αἰωνιότητος καί τοῦ ἀνοίγεται, ὁ ἄνθρωπος ὄντας μέσα στό παροδικό, οὐσιαστικά τό ξεπερνάει. 
Ὁ χρόνος διά τῆς πίστεως μετέχει στήν αἰωνιότητα.

Αὐτή ἡ μετοχή δέν εἶναι ἀλλαγή τῆς οὐσίας του ἀλλά εἶναι ὑποδοχή τῆς ἁγιότητος, δέν εἶναι μετουσίωση ἀλλά καταξίωση. 
Ἡ πίστη δέν εἶναι θέωση, ἀλλά ἀξιολόγηση τῆς ζωῆς καί καταξίωσή της, ὄχι κατοχή της.

Ἡ πίστη εἶναι ἕνα φοβερό παράδοξο. Τό πέρα ἀπό τήν λογική ὑπόσχεται τήν ἀλήθεια. Φόβος καταλαμβάνει τήν λογική· κάθε πιστόν πού βρίσκεται ἀκόμα στόν κόσμο. 
Ὑπάρχει ἀλήθεια σέ ὅ,τι ἡ λογική δέν τό ἐπαληθεύει; 
Ἡ πίστη εἶναι τό ἀδιανόητο τό ἀναπόδεικτο τό ἀναντίρρητο, εἶναι μιά ὑπόσχεση.


Ἀρχίζει ἐκεῖ πού σταματᾶ ὁ λογικός συνειρμός. Μιλάει ὅταν σιωπᾶ ἡ σκέψη. 
Παραδίνεται μόνον σ᾿ αὐτόν πού τῆς ἔχει ἤδη παραδοθεῖ. 
Ἡ πίστη εἶναι τό μυστήριο τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ἡ λογική καταργεῖται καί ταυτοχρόνως "ἀφουγκράζεται" τήν ἀπάντηση γιά τήν ὁποία ἀγωνίσθηκε.

Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἀκατάληπτη καί ἡ σκέψη δέν τήν κατανοεῖ ἀλλά διαισθάνεται τήν ἀλήθεια της. Καταλαβαίνει ὅτι δέν εἶναι ἡ σκέψη τό σπουδαιότερο, ἀλλά ὅτι ὑπάρχει μία σκέψη ὑπερτέρα κάθε σκέψεως ἡ ὁποία καί νοηματοδοτεῖ τά πάντα καί εἶναι ἡ ἀπάντηση κάθε ἐρωτήσεως.

Πίστη εἶναι ἡ διαφορά (ἡ κάλυψη τοῦ κενοῦ) ἀνάμεσα στήν ὑποκειμενική πεποίθηση καί στήν ἀντικειμενική βεβαιότητα.
Ἄν ὁ Θεός εἶναι ἀντικειμενική γνώση, τότε δέν πιστεύω (ἐμπιστεύομαι)· ἐπειδή ὅμως αὐτό δέν γίνεται, ὑποχρεοῦμαι νά πιστεύω. 

Ἡ μαθηματική ἀπόδειξη εἶναι ἄτεγκτη ἐπιβολή τῆς πραγματικότητος πού κυριαρχεῖ στόν κόσμο, ἀλλά τό οὐσιαστικότερο στοιχεῖο τοῦ πνεύματος εἶναι ἡ ἐλευθερία, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἀπόρριψη κάθε ἀναγκαιότητος.
Ἡ πίστη εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἡρωϊσμός τοῦ ἀνθρώπου μπροστά στήν ἐγγύτατη "ἀπουσία" τοῦ Θεοῦ.

Πίστη εἶναι ἡ ἐλεύθερη "ἄνοδος" στόν οὐρανό τοῦ Θεοῦ, πού συνεχίζει νά ἀνέρχεται μόνον ἐφ᾿ ὅσον ὁ ίδιος ἄγρυπνα ἀγωνίζομαι, ἐφ᾿ ὅσον ἡ ἐλευθερία μου ἐπιδιώκει τό ξεπέρασμα τῆς ἀναγκαιότητας· παρ᾿ ὅλο πού συγχρόνως, παρ᾿ ὅτι ἡ ἀναγκαιότητα "ξεπερνιέται", οὐδέποτε ἐκμηδενίζεται ὁλοσχερῶς.


Ἡ πίστη δέν εἶναι ὑποδιαίρεση τῆς γνώσης, δέν τήν συμπληρώνει δέν μοῦ ἐπαυξάνει τά ὅσα ξέρω, δέν ὑπηρετεῖ τήν γνώση.
Γνώση εἶναι μιά μορφή ἠρεμίας καί ἱκανοποιήσεως πού ἐπιδιώκει τήν αὐτάρκεια, ἔχει σύμβολό της τήν ὁλοκληρία τοῦ κύκλου καί σκοπό της τήν ὑπηρεσία τοῦ ἀνθρώπου.

Πίστη εἶναι ἡ κίνηση γιά ξεπέρασμα τῶν ὁρατῶν πού ἐπιδιώκει τήν ἁπλότητα, ἔχει σύμβολό της τό βέλος καί σκοπό της τήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ.
Στό χῶρο τῆς γνώσης ἀντιπαρατίθεται ὁ ὑποκειμενισμός μέ τήν ἀντικειμενική κατάσταση, τό πρόσωπο πρός τά πράγματα.

Σκοπός εἶναι νά κυριαρχήσει τό ὑποκείμενο στά ἔξω, ἡ γνώση τοῦ προσώπου στά πράγματα. Στήν πίστη ἀντιπαρατίθενται δύο πρόσωπα, καί τό οὐσιῶδες εἶναι νά ἀποκτήσουν σχέση καί ἀμοιβαιότητα ἀγάπης.
Στήν ἀνθρώπινη γνώση ἐνδιαφέρει ἡ ἀντικειμενικότητα καί ἡ ἀλήθεια τῆς ἐρεύνης, καί ὄχι ἡ ὕπαρξη αὐτοῦ πού διεξήγαγε τήν ἔρευνα.

Στήν πίστη ἐνδιαφέρει ἡ ἐγκυρότητα αὐτοῦ ὁ ὁποῖος προτείνει (τά πιστευόμενα) σέ ἄλλα συγκεκριμμένα ὑπεύθυνα πρόσωπα. 
Ἀλλοιῶς ὅταν ἡ πίστη καταντήσει μιά αὐτοϊκανοποιητική γνώση, τότε γίνεται δεισιδαιμονία, φαντασιακή κατάκτηση τοῦ Θεοῦ ἀπό τόν παροδικό ἄνθρωπο.

Ὅταν ἡ πίστη εἶναι ἐλεύθερη ἀπό τήν γνώση, δέν χρειάζεται τίς μεθόδους τοῦ ἐπιστημονικοῦ κύρους γιά νά ζήσει. Πίστη εἶναι ὁ βαθύτατος ἐσωτερικός συγκλονισμός τῆς ὕπαρξης τοῦ ἀνθρώπου, μπροστά στόν αἰώνιο Θεό.
Εἶναι ἡ ὁλοκληρωτική συναρπαγή τῆς προσωπικότητας ἀπό τόν Θεό, πρᾶγμα στό ὁποῖο δέν χωρᾶ ἀπόδειξη.

Ὅταν ὁ Θεός ἀναμοχλεύει τά βάθη τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου κάθε ἀπόδειξη εἶναι περιττή. Μόνον κούφιοι ἄνθρωποι ζητοῦν νά ἀποδείξουν ὅτι δέν τούς ἀνήκει. 
Ὅταν κάποιος πετάει, χρειάζεται νά τό ἀποδείξει;



antifono – [2fA]






Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου