Παρασκευή 2 Ιουνίου 2017

"Το ίδιο ευχαριστώ!.."





Γιάννης Ρίτσος
-  από το "Όνειρο καλοκαιρινού μεσημεριού"


Χτες βράδυ δεν κοιμήθηκαν καθόλου τα παιδιά.
Είχανε κλείσει ένα σωρό τζιτζίκια στο κουτί των μολυβιών,
και τα τζιτζίκια τραγουδούσαν κάτου απ’ το προσκεφάλι τους
ένα τραγούδι που το ξέραν τα παιδιά από πάντα
και το ξεχνούσαν με τον ήλιο.

Χρυσά βατράχια κάθονταν στις άκρες των ποδιών
χωρίς να βλέπουν στα νερά τη σκιά τους, κι ήτανε σα αγάλματα
μικρά της ερημιάς και της γαλήνης.

Τότε το φεγγάρι σκόνταψε στις ιτιές κι έπεσε στο πυκνό χορτάρι.
Μεγάλο σούσουρο έγινε στα φύλλα.
Τρέξανε τα παιδιά, πήραν στα παχουλά τους χέρια το φεγγάρι
κι όλη τη νύχτα παίζανε στον κάμπο.

Τώρα τα χέρια τους είναι χρυσά, τα πόδια τους χρυσά, κι όπου
πατούν αφήνουνε κάτι μικρά φεγγάρια στο νοτισμένο χώμα.
Μα, ευτυχώς, οι μεγάλοι δεν ξέρουν πολλά, δεν καλοβλέπουν.

Μονάχα οι μάνες κάτι υποψιάστηκαν.
Γι’ αυτό τα παιδιά κρύβουνε τα χρυσωμένα χέρια τους στις άδειες
τσέπες, μην τα μαλώσει η μάνα τους που όλη τη νύχτα παίζανε κρυφά
με το φεγγάρι.


Σαν την καρδιά μικρού χελιδονιού που τρέμει στην παλάμη της αυγής
γίνηκε η μνήμη σου μόλις βγήκε το πρώτο πράσινο φύλλο.

Θυμάμαι που καθόσουν και κοιτούσες μέσα στα στρογγυλά μεγάλα
μάτια των ήμερων βοδιών, τις μικρογραφίες των αγροτικών εικόνων:
τη σμαραγδένια λεκάνη του κάμπου, τη μικρή εκκλησίτσα με τα
κυπαρίσσια, την άσπρη καμπύλη των περιστεριών πάνου απ’ το δάσος,
τις θερίστρες με τα δεμάτια των σταχυών και με τα κίτρινα μαντίλια.

Δεν ήξερες την αρχιτεκτονική των τριαντάφυλλων, μήτε τον τρόπο
που περπατάνε τα πουλιά στον αέρα.
Καλημέριζες τα τριαντάφυλλα και τα πουλιά, όπως καλημέριζες και
τα κορίτσια.

Άνοιγαν τότε μικρά παράθυρα που σκύβαν στα περβάζια
οι μαργαρίτες να χαιρετήσουν την αυγή που πέρναγε στο δρόμο
χωρίς φορτίο σκιάς και θύμησης.

Αργότερα έμαθες να χαιρετάς μονάχα τους ανθρώπους βγάζοντας
το καπέλο, κι έλεγες μόνο στα λουλούδια «ευχαριστώ»
κάθε φορά που δεν σ’ άκουγε κανένας.

Ύστερα βιάστηκες πολύ να μεγαλώσεις, να φορέσεις
μακριά παντελόνια, να μάθεις γράμματα, για να πάψεις να λες
«ευχαριστώ», να χτίσεις ένα τριαντάφυλλο όπου κοιμάται μια
λυπημένη αχτίνα στην άδεια κάμαρα της ευωδιάς.

Τώρα ζητάς να ξαναπείς με τα ίδια χείλη, εκείνο το ίδιο «ευχαριστώ»
που τόσα χρόνια ζήταγες να ξεχάσεις.

….

ΑΛΛΟΤΕ διαβάζαμε τα μαθήματα μας, κάναμε την προσευχή μας
και λέγαμε πως δυο και δυο κάνουνε τέσσερα.
Τώρα, δυο λουλούδια και δυο αχτίνες δεν κάνουνε τέσσερα –
κάνουνε την ψυχή μας.

Κι ένα τριαντάφυλλο και μια πεταλούδα δεν κάνουν δυο –
κάνουν ένα Θεό.
Κι ένας Θεός κάνει όλα.

Λοιπόν, η ψυχή μας μαζί με την ψυχή του Θεού πόσα κάνει;
Ο δάσκαλος δεν ξέρει.
Εμείς το ξέρουμε πως κάνει: ένα.

Το διαβάσαμε σήμερα στο ανοιχτό βιβλίο του ήλιου, σήμερα
που ξεχάσαμε όλα τα άλλα βιβλία.



db – [2fA]

                                                                                   





Share

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου